Άκουσε σφυρίγματα μέσα στη νύχτα κι έφυγε
πίσω της άφησε ανοιχτά ντουλάπες και ψαλίδια
μετά το πρώτο σταυροδρόμι το πίστευε
πως είδε ένα μικρό μαυριδερό να περπατά
μ' άδειο κουβά στο ένα χέρι
και κουκουνάρι να κλωτσά στο βάδισμά του.
Πιο κάτω μια γιαγιά τις κλάρες να κουνά
τον ταχυδρόμο στη γωνιά να κατουρά τις στάχτες.
Τόσο πολύ φοβήθηκε που 'σκυψε το κεφάλι
και πήρε δρόμο γυρισμού.
Ούτε στιγμή δε σήκωσε το βλέμμα της.
Τότε αντί για σκιαχτικούς κατά το διάβα
είπε πως έβλεπε χάμω κουμπιά μα και καρφίτσες.
Την άκουσα προσεχτικά την καθησύχασα
και μάζεψα το καπέλο απ' το κρεβάτι να ξαπλώσει.
Σκεπτόμενος τι συνέβαινε
πρόσεξα κάτι τραγικό μια εξήγηση για όλα.
Σ' ένα βιβλίο στο πάνω ράφι
ξεχασμένος μέσα του για μήνες
ένας σελιδοδείχτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου